Στα νοτιοανατολικά του χωριού σε απόσταση 100 μέτρων από τα τελευταία σπίτια, βρίσκεται η εκκλησία του Τιμίου Προδρόμου. Είναι ο κύριος ναός του χωριού και είναι αφιερωμένος στον Ιωάννη τον Βαπτιστή. Είναι κτισμένη σ’ ένα πλάτωμα στην μέση της καταπράσινης από λεφτοκαρυιές, κοιλάδας της Αμπελιάς. Έχει αρκετά μεγάλη αυλή μέρος της οποίας, ως πριν 25 χρόνια χρησιμοποιείτο και για νεκροταφείο. Στην άκρη της αυλής έχουν μεγαλώσει πελώρια κυπαρίσσια.

Η εκκλησία είναι ρυθμού τρίκλιτου Βασιλική. Σαφείς μαρτυρίες πότε κτίστηκε δεν υπάρχουν. Οι ειδικοί μελετώντας τις τοιχογραφίες και τα κτίσματα, την υπολογίζουν ένα μέρος 15 ου αιώνα και άλλο μέρος 16 ου αιώνα . Η κόγχη του ιερού βήματος και το πέριξ αυτής είναι του 15 ου αιώνα . Πώς συμβαίνει τούτο; Το νέο κτίσμα της πρώτης νότιας καμάρας από τα ανατολικά, εφάπτεται του παλιού κτίσματος καλύπτοντας μέρος της τοιχογραφίας. Τούτο φαίνεται εμφανώς από μια μεγάλη σχισμή που υπάρχει ανάμεσα στα δύο κτίσματα.

Κατά τη γνώμη μου, έκτισαν τον εξωτερικό ανατολικό τοίχο στο πλάτος που τον ήθελαν, κλείνοντας μέσα τον πρώτο τοίχο του Ιερού. Τούτο το συμπέρασμα εξάγεται και από το πάχος του τοίχου που φαίνεται στο παράθυρο του Ιερού. Είναι σχεδόν ένα μέτρο. Συγκρίνοντάς το με το αντίστοιχο πάχος του τοίχου στην εκκλησία του Σταυρού ή της Αγίας Χριστίνας, η διαφορά είναι τεράστια . Καμμία σύγκριση. Ως εκ τούτου τείνω να δεχτώ την εκδοχή του Robert Going ως ορθή.Μια άποψη, κατόπιν μελέτης του Robert Going που εργάστηκε στην συντήρηση των τοιχογραφιών το 1997, είναι ότι αρχικά η εκκλησία ήταν μονόκλιτος του τύπου της Αγίας Χριστίνας (Παρασκευής ).Αργότερα είτε λόγω αύξησης του πληθυσμού, είτε για άλλους λόγους, κατεδάφισαν τους δύο εξωτερικούς τοίχους, που κατά πάσα πιθανότητα να ήταν και εικονογραφημένοι, αφήνοντας όρθιο μόνο τον ανατολικό τοίχο του ιερού με τις τοιχογραφίες του.

Σ’ αυτό συμφωνεί ο κύριος Αθανάσιος Παπαγεωργίου, βυζαντινολόγος του τμήματος Αρχαιοτήτων Κύπρου, ο κύριος Σοφοκλής Σοφοκλέους επίσης ειδικός βυζαντινολόγος , ο μοναχός Συμεών και οι αγιογράφοι και μελετητές της αγιογραφίας των εκκλησιών της Κύπρου.

Οι τοιχογραφίες που βρίσκονται στο Ιερό και στο τέμπλο του ναού είναι έργο του Αξέντη και έγιναν περί το 1510. Οι υπόλοιπες τοιχογραφίες είναι έργο του Λουκά Τοχνίτη και έγιναν αρχές του 1600. Έργον του είναι και οι τοιχογραφίες της Μονής Αγίου Ηρακλειδίου. Ο Λουκάς Τοχνίτης δεν έβαζε ποτέ υπογραφές στα έργα του.

Έργα του Συμεών Τοχνίτη Αξέντη είναι οι εκκλησίες του Αγίου Σωζομένου Γαλάτας, Μεταμορφώσεως Παλαιχωρίου, Αρχαγγέλου Μιχαήλ και Παναγίας Θεοτόκου Γαλάτας.

Η πρώτη μονόκλιτος εκκλησία, θα είχε πιστεύω κάποια επιγραφή με τα ονόματα των δωρητών, την χρονολογία οικοδόμησης ή και το όνομα του αγιογράφου , όπως συμβαίνει και στις άλλες εκκλησίες που ζωγράφισε ο Συμεών Αξέντης. Οι επιγραφές τοποθετούντο πάνω από την πόρτα εξόδου στο εσωτερικό μέρος του τοίχου.

Σε τελευταία μου έρευνα στις τοιχογραφίες, ανακάλυψα σε μιαν επιγραφή , την οποίαν κρατεί στα χέρια του ο Προφήτης Δανιήλ και βρίσκεται στο δυτικό άκρο των τοιχογραφιών, πάνω από το παγκάρι , την λέξη ΛΙΤΟ. Εκεί που τελειώνει η επιγραφή, η οποία αναφέρεται στην οπτασία του Προφήτη Δανιήλ, υπάρχουν δύο μικρές γραμμούλες, τις οποίες τράβηξε ο ζωγράφος και από κάτω έγραψε ΛΙΤΟ. Όπως πιστεύει και ο πάτερ Συμεών, είναι τα αρχικά του ονόματος του ζωγράφου ΛΟΥΚΑ Ι. ΤΟΧΝΙΤΗ.

Το 1998 κατεδαφίστηκε η Αγία Πρόθεση, η οποία είχε κτιστεί αργότερα, για πρακτικούς λόγους. Όπως περιμέναμε αποκαλύφθηκε η πρώτη Αγία Πρόθεση ή Φάτνη, όπως συνηθίζεται να λέγεται, σε κούφωμα του τοίχου με ζωγραφισμένη την «Άκραν Ταπείνωση», πολύ καλά διατηρημένη και μέρος άλλων τοιχογραφιών. Έτσι έχουμε και μια πιο ξεκάθαρη όψη του πρώτου παλαιού κτίσματος.

Αυτές οι τοιχογραφίες είναι αξιόλογοι. Πρόσφατα έγινε καθαρισμός και συντήρηση τους και το κόστος καλύφθηκε από το Τμήμα Αρχαιοτήτων και το Ίδρυμα Λεβέντη.Η εκκλησία χωρίζεται σε τρία κλίτη από δύο σειρές αψίδες. Η κάθε σειρά έχει πέντε αψίδες. Η αρχή και το τέλος της κάθε σειράς στηρίζονται πάνω στους τοίχους. Ενδιάμεσα στηρίζονται πάνω σε τρεις κίονες με κιονόκρανα από σκαλιστή πέτρα. Η τελευταία βάση των αψίδων, στα δυτικά, είναι τετραγωνισμένο κτίσμα. Εκεί σταματούν και οι τοιχογραφίες. Οι τέσσερις αψίδες και οι τρεις κολόνες από το Ιερόν είναι πλήρως καλυμμένες με τοιχογραφίες.

Η εκκλησία διέθεσε μόνο το ποσόν των £2.000 το 1999, για την συντήρηση του τέμπλου. Την τεχνική εργασία την ανέλαβε το Τμήμα Συντήρησης Τοιχογραφιών του Ινστιτούτου Τέχνης Courtauld του Πανεπιστημίου του Λονδίνου.

Θερμές ευχαριστίες σε όλους όσους συνέβαλαν και βοήθησαν στην διεξαγωγή του όλου έργου.

Στα ανατολικά του χωριού, χαμηλά εκεί που τελειώνουν τα σπίτια, βρίσκεται η εκκλησία του Τιμίου Σταυρού. Είναι τρίκλιτος Βασιλική, όμοια με την εκκλησία του Τιμίου Προδρόμου, αλλά λίγο μικρότερη. Χωρίζεται σε τρία κλίτη από δύο σειρές αψίδων με πέντε καμάρες κάθε σειρά. Οι αψίδες στηρίζονται σε τέσσερις κίονες κάθε σειρά. Τα δύο τελευταία άκρα στηρίζονται πάνω στους τοίχους. Οι κολώνες φέρουν κιονόκρανα ξύλινα με σκαλίσματα, πράγμα σπάνιο, αν όχι μοναδικό.

Η εκκλησία δεν έχει τοιχογραφίες, εκτός μιας και μοναδικής. Παρουσιάζει τον Άγιο Γεώργιο σε φυσικό μέγεθος, καβάλα στο άλογό του και κρατώντας στο χέρι το κοντάρι του.

Μέσα στους τοίχους του Ιερού βήματος και των αψίδων είναι κτισμένα πήλινα σταμνιά. Τα στόμιά τους, διαμέτρου 3-4 ιντσών, βρίσκονται στην επιφάνεια των τοίχων, έτσι σαν τρύπες. Είναι τα ηχεία της εκκλησίας, για να δυναμώνουν την φωνή.

Έχουν γίνει στην εκκλησία διάφορες επιδιορθώσεις. Η τελευταία έχει επιφέρει σημαντικές αλλαγές στην αρχιτεκτονική της. Όπως και στην εκκλησία του Προδρόμου έτσι και εδώ, ανυψώθηκαν ο νότιος και ο βόρειος τοίχος και η παραδοσιακή επικλινής στέγη με το αγκιστρωτό κεραμίδι πλάκα , αντικαταστάθηκε με άλλη στέγη λιγότερο επικλινή και κεραμίδι νεώτερου γαλλικού τύπου.Μοναδική μαρτυρία πότε κτίστηκε η εκκλησία, είναι αυτή του Ιταλού Πρέσβη. Το 1410, εκατό χρόνια πριν από την εκκλησία του Τιμίου Προδρόμου. Άλλη συγκεκριμένη χρονολογία δεν υπάρχει.

Επίσης κατασκευάστηκε κωδωνοστάσιο από μπετόν, έτσι σταμάτησε η χρήση του παραδοσιακού σήμαντρου, το οποίον κρεμόταν από κλάδο παρακείμενης ελιάς.

Βορειοδυτικά του χωριού σε απόσταση δύο χιλιομέτρων βρίσκεται το ξωκλήσι της Αγίας Χριστίνας. Είναι άγνωστο από πότε το εκκλησάκι θεωρείται προς τιμήν της Αγίας Παρασκευής, η οποία και τιμάται ιδιαιτέρως.

Είναι κτισμένο στη ράχη ενός λόφου, σε μαγευτική τοποθεσία. Ανατολικά και νότια είναι περιβόλια και κήποι. Στα δυτικά του υψώνεται το βουνό του Πυρού, κατάφυτο με πεύκα. Πήρε το όνομα «Πυρός», ίσως από το κόκκινο χρώμα του εδάφους. Βόρεια υψώνεται το απόκρημνο πυραμοειδές βουνό του Χαϊνάτου. Από μια αφήγηση της γιαγιάς μου, πήρε το όνομά του από κάτι ληστές που τους έλεγαν «Χαϊνίδες» και είχαν εκεί το λημέρι τους. Εκεί στο ξωκλήσι σμίγουν συνταιριαστά το άγριο και το ήμερο της γύρω φύσις . Το εκκλησάκι συνδέεται με καλό δρόμο, με τον κύριο δρόμο Ασκά – Φτερικουδίου.

Είναι μικρή μονόκλιτος εκκλησία ρυθμού Βασιλικής, με τον χαρακτηριστικό πολύ επικλινή τύπο στέγης των εκκλησιών της περιοχής Τροόδους, με κεραμίδι πλάκα και άγκιστρο, που αγκιστρώνει στις μορίνες της στέγης. Έχει διατηρηθεί καλά η αρχιτεκτονική του χωρίς διαφοροποιήσεις.

Η εκκλησία κτίστηκε το 1518. Δωρητές ο Κωνσταντίνος Μαρδάκης και η σύζυγός του Μαντελέν. Τούτο αναφέρεται σε επιγραφή στο εσωτερικό της εκκλησίας πάνω από το παράθυρο.Οι ειδικοί ισχυρίζονται ότι παλιά έχουν μεγαλώσει την εκκλησία, με επέκταση προς τα δυτικά, από εκεί που σταματούν οι τοιχογραφίες. Επίσης ότι το υφιστάμενο μοναδικό παράθυρο, ήταν η πόρτα εισόδου της αρχικής οικοδομής. Έχω αμφιβολίες γι’ αυτό, γιατί πρώτον το παράθυρο είναι πολύ στενό για είσοδος και δεύτερο το παράθυρο παραμένει εσωτερικά άρρηκτα συνδεδεμένο με τις τοιχογραφίες, όπως ήταν πριν.

Το Ιερόν της εκκλησίας και το μισό του κυρίως ναού, είναι αγιογραφημένα. Οι τοιχογραφίες έχουν συντηρηθεί από το τμήμα αρχαιοτήτων το 1993 – 1994 και είναι θαυμάσιες. Πιθανόν να είναι έργον του Συμεών Αξέντη, ο οποίος έζησε και δημιούργησε κατ’ αυτήν την περίοδο.

Τα κείμενα για τις εκκλησίες και τα εξωκλήσια γράφτηκαν από τον αιδεσιμότατο Παπανδρέα Δημοσθένους.