Ο Ασκάς είναι ένα μικρό χωριό του διαμερίσματος της Πιτσιλιάς της επαρχίας Λευκωσίας. Βρίσκεται στη βόρεια πλευρά της οροσειράς του Τροόδους, στους πρόποδες του όρους Παπούτσα σε μέσο υψόμετρο 900 περίπου μέτρων από την επιφάνεια της θάλασσας.

Το χωριό που βρίσκεται κοντά στα διοικητικά σύνορα Λευκωσίας – Λεμεσού, απέχει από την Λευκωσία 50 περίπου χιλιόμετρα και δύο μόλις χιλιόμετρα δυτικά του Παλαιχωρίου, δέχεται μια μέση ετήσια βροχόπτωση γύρω στα 800 χιλιοστόμετρα και στην περιοχή του καλλιεργούνται κυρίως αμπέλια οινοποιήσιμων ποικιλιών, λαχανικά, φυντουκιές, καρυδιές, ελιές, φρουτόδεντρα, αμυγδαλιές και νομευτικά φυτά.

Το χωριό συνδέεται οδικά με το Παλαιχώρι στα ανατολικά και από εκεί με την Λευκωσία, με τον Αγρό στα νοτιοδυτικά και με την Άλωνα, Πολύστυπο και Κυπερούντα στα δυτικά.Ο Ασκάς γνώρισε και αυτός όπως όλα τα χωριά της περιοχής αυξομειώσεις του πληθυσμού του. Το 1881 οι κάτοικοι του ανέρχονταν στους 142 για να αυξηθούν στους 333 το 1911 και στους 439 το 1946. Το 1960 ο πληθυσμός θα μειωθεί στους 363 και το 1982 στους 321. Στην απογραφή του 2001 το χωριό αριθμούσε 187 κατοίκους.

Σαν όλα τα χωριά έχει τις ιδιαιτερότητες του. Εδώ όμως παρουσιάζονται πολύ έντονα χαρακτηριστικά που του δίνουν μια μοναδική γραφικότητα. Με το ένα σπίτι κολλημένο πάνω στο άλλο και τα στενά φιδωτά δρομάκια του χωμένα ανάμεσα σε πανύψηλους πέτρινους τοίχους μοιάζει με χελιδονοφωλιά κολλημένη στο βράχο.

Τα σπίτια, εκτός από τα νεώτερα, είναι παραδοσιακά κτισμένα εξ ολοκλήρου από ντόπια υλικά. Την πέτρα και το χώμα και το ξύλο του πεύκου από τα γύρω βουνά. Οι στέγες με τα κεραμίδια, όλα ζυμωμένα και ψημένα στον τόπο.

Στο χωριό λειτούργησε σχολείο κατά το 1898. Στον «Κόντικα κώδικα» της εκκλησίας, που δίνει πολλές πληροφορίες για τα τελευταία 160 χρόνια, αναφέρεται για πρώτη φορά στα έξοδα της εκκλησίας αυτού του χρόνου ποσόν 252 γροσιών για σχολικό δικαίωμα. Το 1902 με έξοδα της εκκλησίας κτίστηκε σχολείο στο χωριό. Βρίσκεται στην κάτω γειτονιά δίπλα από την εκκλησία του Σταυρού. Αυτό το σχολείο αναφέρεται και ως το πρώτο παρθεναγωγείο της Κύπρου. Ο κόσμος σήμερα το αποκαλεί το «Σκολιούδι»Η ιστορία του χωριού, χάνεται στα βάθη του χρόνου. Κανείς δεν ξέρει ακριβώς πότε κτίστηκε και πότε πρωτοκατοικήθηκε το χωριό. Συγκεκριμένη μαρτυρία είναι μια χρονολογία που βρίσκεται στο μετωπίδι μιας εσωτερικής πόρτας, κάτω στο υπόγειο που βρίσκονται τα πιθάρια του σπιτιού του Θεοφάνη. Ήταν σκεπασμένη με λεπτό στρώμα πυλού. Μια μέρα κάποιος ακούμπησε εκεί το χέρι του και ξεκόλλησε ο πηλός και φάνηκε η χρονολογία 1381. Αυτό δηλώνει ότι το χωριό υπήρχε κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας χωρίς να σημαίνει ότι το χωριό δεν υπήρχε και πιο πριν.

Η ζωντανή παράδοση αναφέρει ότι για ένα καιρό ο Ασκάς ήταν μόνο έντεκα οικογένειες. Ακόμη λεει πως κάποτε είχε 14 χρυσοχόους και εφτά παπάδες. Αυτό αποδεικνύει ότι το χωριό μέσα από το πέρασμα του χρόνου είχε και περιόδους που έσφιζε από ζωή. Μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα λειτουργούσε στο χωριό, αστυνομικός σταθμός. Σήμερα το κτίριο του παλιού αστυνομικού σταθμού έχει συντηρηθεί και αναπαλαιωθεί από το τμήμα αρχαιοτήτων. Υπάρχουν σκέψεις για μετατροπή του σε μουσείο.Το χωριό παλιά υδρεύετο από δύο βρύσες. Την έξω βρύση στην πάνω γειτονιά και την κάτω βρύση στην κάτω γειτονιά. Το τρεχάμενο νερό τους δρόσιζε το κόσμο και τα ζώα και συνάμα πότιζε τα περιβόλια.

Στο χωριό υπάρχουν δύο εκκλησίες. Η μια είναι του Τιμίου Προδρόμου και η άλλη του Τιμίου Σταυρού. Υπάρχει επίσης και το εξωκλήσι της Αγίας Χριστίνας το οποίο σήμερα ονομάζεται εξωκλήσι της Αγίας Παρασκευής.

Το χωριό με το σημερινό του όνομα δεν περιλαμβάνεται στον κατάλογο των λουζινιανο-βενετικών φέουδων και βασιλικών κτημάτων του Μας Λατρί. Κατά πάσα πιθανότητα όμως ο οικισμός Asta που βρίσκεται σημειωμένος στους ενετικούς χάρτες είναι ο Ασκάς.

Η έξοχη θέση του χωριού, το καταπληκτικό του κλίμα, το θαυμάσιο φυσικό περιβάλλον που το περιβάλλει είναι αυτά που θα προκαλέσουν τον θαυμασμό του επισκέπτη και θα χαράξει στη μνήμη του την μοναδικότητα αυτού του μικρού αλλά γραφικού χωριού.Κατά μια εκδοχή η ονομασία του χωριού οφείλεται στον πρώτο οικιστή του ο οποίος ασχολείτο με την κατασκευή ασκών. Μια άλλη εκδοχή αναφέρει ότι πήρε το όνομα του από μια μεσαιωνική οικογένεια ευγενών που είχαν το επίθετο Ασκάς.